- νεωσοίκους
- νεώσοικοςdockmasc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Πειραιάς — Πόλη της Αττικής, το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας, επίνειο των Αθηνών, από τα σημαντικότερα εμπορικά και βιομηχανικά κέντρα της χώρας και πρωτεύουσα της ομώνυμης νομαρχίας της περιφέρειας Αττικής. Ο δήμος Π. και οι δήμοι Αγίου Ιωάννη Ρέντη,… … Dictionary of Greek
COTHON — I. COTHON Carthaginis tres erant partes, Κώθων, Μέγαρα, et Βύρσα. Cothon Varie definitur. A Strab. l. 17. νησίον περιφερὲς Ε᾿υρίπῳ περιεχόμενον ἔχοντι νεωσοίκους ἑκατέρωθεν κύκλῳ, Insula parva, rotunda, Euripô circumdata, utrinque habente in… … Hofmann J. Lexicon universale
ναύσταθμος — Λιμάνι ή όρμος, κατάλληλα διασκευασμένος, όπου λιμενίζονται πολεμικά πλοία και υπάρχουν εγκαταστάσεις για την επισκευή, τον εξοπλισμό και τις άλλες ανάγκες του πολεμικού ναυτικού. Ο ν. ήταν ό,τι και το νεώριο των αρχαίων ή το καραβοστάσι ή ο… … Dictionary of Greek
νεώριο — το (Α νεώριον και δωρ. τ. ναώριον) [νεωρός] νεοελλ. χώρος ναυστάθμου για επισκευές πλοίων αρχ. χώρος σε λιμάνι στον οποίο ανελκύονταν τα πολεμικά πλοία για επισκευή, συντήρηση και φύλαξη μέσα σε ειδικά οικήματα, τους νεωσοίκους … Dictionary of Greek
Κόρινθος — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 29.787 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στον μυχό του Κορινθιακού κόλπου, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, σε απόσταση 84 χλμ. από την Αθήνα. Αποτελεί έδρα του δήμου Κορινθίων. Ιδρύθηκε το 1858, όταν… … Dictionary of Greek